Ο Στέλιος Παττακός Έλληνας εθνικιστής ανώτατος απόστρατος αξιωματικός που υπηρέτησε ως Ταξίαρχος στο Σώμα των Τεθωρακισμένων και αποστρατεύτηκε με το βαθμό του υποστρατήγου, ένας από τους τρεις πρωταγωνιστές -μαζί με το Γεώργιο Παπαδόπουλοκαι το Νικόλαο Μακαρέζο- της επιβολής του επαναστατικού στρατιωτικού καθεστώτος της 21ης Απριλίου 1967 που διατέλεσε Υπουργός Εσωτερικών και Αντιπρόεδρος Κυβερνήσεως του καθεστώτος της 21ης Απριλίου 1967, γεννήθηκε στις 8 Νοεμβρίου 1912 στο χωριό Αγία Παρασκευή της επαρχίας Αμαρίου του νομού Ρεθύμνης στην Κρήτη.
Παντρεύτηκε την Δήμητρα Νικολαΐδου-Παττακού, κόρη του Νικολάου Νικολαΐδη, συμβούλου του Ελεγκτικού Συνεδρίου και εγγονή του στρατηγού Γεωργίου Νικολαΐδη που διατέλεσε υπουργός του Ιωάννη Μεταξά, η οποία πέθανε το 2013 και απέκτησαν δύο κόρες, την Ρόζα σύζυγο του μηχανικού Ανδρέα Μεϊντάση και την Ειρήνη Παττακού-Παύλου, καθώς και πέντε εγγόνια. Κατοικεί με την οικογένεια του στην οδό Σεβρών στη συνοικία Πατήσια στην Αθήνα, σε προικώα οικία της συζύγου του.
Βιογραφία
Η οικογενειακή του καταγωγή ανάγεται στον κλάδο της βυζαντινής οικογένειας των Σκορδιλών [1]. Οι Παττακοί εγκαταστάθηκαν περί τα μέσα του 17ου αιώνα στο χωριό Ίμβρο της επαρχίας Σφακίων, απ' όπου άρχισαν να διακλαδίζονται με διάφορα επώνυμα κατά το σύστημα της Κρήτης όπως Βολουδάκης, Κωστόπουλος, Μανούσακας, Μανουσογιαννάκης και Πωλυγεωργάκης. Γόνοι τους συμμετείχαν σ΄ όλες σχεδόν τις επαναστάσεις της Κρήτης.Περί το 1770 ένας Παττακός μετοίκησε από τα Σφακιά στην επαρχία Αμαρίου όπου και έδρασε ως αρματωλός και φέρεται ως γενάρχης του κλάδου των Παττακών στην συγκεκριμένη επαρχία. Γονείς του Στέλιου ήταν οι αγρότες Νικόλαος Παττακός και Μαρία Πολυγιωργάκενα-Παττακού. Ο Στυλιανός Παττακός που έχει έξι ακόμη αδέλφια, μεταξύ τους η Στέλλα μόνιμη κάτοικος Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής και ο Αλέκος, παρακολούθησε τις τέσσερις τάξεις του Δημοτικού στη γενέτειρα του και τις δύο τελευταίες στο γειτονικό χωριό Νίθαυρις, ενώ παρακολούθησε τα μαθήματα του Γυμνασίου, από το οποίο αποφοίτησε το 1930, στο Ρέθυμνο.
Την 1η Νοεμβρίου 1930 κατατάχτηκε εθελοντής με το βαθμό του Δεκανέα στο 4ο Σύνταγμα Ιππικού της Θεσσαλονίκης. Το Σεπτέμβριο του 1934, εισήλθε στην Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων από την οποία αποφοίτησε το 1937 με το βαθμό του ανθυπιλάρχου του Ιππικού και τον Αύγουστο του 1940, ενώ υπηρετούσε στο Δ' Σύνταγμα Ιππικού Ελευθερουπόλεως Καβάλας, προήχθη στο βαθμό του Υπιλάρχου. Συμμετείχε στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο ως διοικητής Ίλης Πολυβόλων της ΙΙης Ομάδας Αναγνώρισης της ΙΙης Μεραρχίας Πεζικού στο Αλβανικό Μέτωπο εναντίον των Ιταλών εισβολέων από 28 Οκτωβρίου 1940 έως τέλη Απριλίου 1941, τους τελευταίους τρεις μήνες ως διοικητής του 5ου Λόχου Πεζικού του 11ου Συντάγματος Πεζικού Τριπόλεως, με αίτημα του, σε επαφή με τον εχθρό στον Πράσινο Λόφο, νότια του Τεπελενίου.
Στη διάρκεια της κατοχής της Ελλάδος από τις δυνάμεις του Άξονος συμμετείχε στο κρυπτογραφικό τμήμα της αντιστασιακής οργανώσεως «Όμηρος» , μαζί με το μετέπειτα στρατηγό και συνεργάτη του Γρηγόριο Σπαντιδάκη και για την δράση του παρασημοφορήθηκε. Πολέμησε στα Δεκεμβριανά από τις 3 Δεκεμβρίου 1944 ως τις 12 Φεβρουαρίου 1945 και συμμετείχε στον πόλεμο για την καταστολή της ένοπλης ανταρσίας των μελών του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος, από τις 30 Μαρτίου 1946 έως τις 29 Αυγούστου 1949, ως διοικητής της Ίλης αρμάτων «Κένταυρος» σε αρκετά σημεία της Βόρειας Ελλάδας.
Στις 8 Ιουλίου 1948 με το βαθμό του Λοχαγού, ήταν μέλος του Στρατοδικείου που στις 23 Ιουλίου τα μεσάνυχτα καταδίκασε σε θάνατο 48 πολίτες , δεκαέξι από τους οποίους εκτελέστηκαν, μεταξύ τους η φιλόλογος Ευτυχία Πρίντζου, γραμματέας της Νομαρχιακής επιτροπής Ιωαννίνων του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος. Η Πρίντζου έδωσε και το όνομά της στην υπόθεση καθώς ανήκε σε επιφανή αστική οικογένεια των Ιωαννίνων. Τον Ιανουάριο του 1967, με Βασιλικό διάταγμα που δημοσιεύθηκε προήχθη στο βαθμό του Ταξιάρχου και του ανατέθηκε η διοίκηση τεθωρακισμένων με έδρα στου Γουδή Αττικής. Στις 21 Μαρτίου 1967, υπέβαλλε μήνυση σε βάρος του ο δικηγόρος Ανδρικόπουλος, συνήγορος του λοχαγού Παπαγεωργόπουλου που είχε καταδικαστεί για την υπόθεση «ΑΣΠΙΔΑ». Ο Παπαγεωργόπουλος ήταν κρατούμενος στις φυλακές στου Γουδή και ο συνήγορος του είχε επισκεφθεί τον Ταξίαρχο Παττακό, προκειμένου να συζητήσει μαζί του διάφορα ζητήματα που αφορούσαν τον πελάτη του. Σύμφωνα με την καταγγελία του δικηγόρου στη διάρκεια της συζητήσεως εισήλθε στο γραφείο ένας λοχία που είπε στον Παττακό ότι άκουσε τον Ανδρικόπουλο να εκφράζεται με υβριστικό τρόπο για το πρόσωπο του. Ο Παττακός διέταξε τη σύλληψη του Ανδρικόπουλου τον οποίο λίγες ώρες αργότερα οδήγησαν στον ανακριτή, άνδρες της Στρατιωτικής αστυνομίας.
Ο Παττακός σπούδασε στη Σχολή Πολέμου και παρασημοφορήθηκε με 3 Αριστεία Ανδρείας, 7 πολεμικούς σταυρούς, 2 μετάλλια εξαίρετων πράξεων καθώς και δεκαπέντε μετάλλια και παράσημα, όλα τα προβλεπόμενα σε καιρό πολέμου ή ειρήνης. Ήταν φανατικός βασιλόφρων και στρατιωτικός εκπαιδευτής του Βασιλιά Κωνσταντίνου στην ιππασία.
21η Απριλίου 1967
Επικράτηση
Από κοινού με τους συνταγματάρχες Πυροβολικού Γεώργιο Παπαδόπουλο και Νικόλαο Μακαρέζο, οργάνωσαν, εκτέλεσαν και ηγήθηκαν του καθεστώτος της 21ης Απριλίου 1967. Το απόγευμα της 20ής Απριλίου, οι τρεις άνδρες προσευχηθεί στο ναό της Αγίας Βαρβάρας, προστάτιδας του Πυροβολικού, στο Χαλάνδρι. Στις 9 το βράδυ της ίδιας μέρας, οι στρατιωτικοί που συμμετείχαν στην Επαναστατική Επιτροπή, μεταξύ τους και ο ίδιος, συνεδρίασαν για τελευταία φορά στο σπίτι του αντισυνταγματάρχη Μιχαήλ Μπαλόπουλου στην οδό Φρύνης στο Παγκράτι και συζήτησαν τις τελευταίες λεπτομέρειες, ενώ μια τελευταία σύσκεψη είχε προγραμματιστεί για τις 11 το βράδυ στο σπίτι του Δημήτρη Ιωαννίδη στο Γαλάτσι λίγη ώρα πριν ξεκινήσει ο καθένας για το γραφείο ή την Μονάδα του. Ο Παττακός, ως διοικητής του Συγκροτήματος Τεθωρακισμένων με έδρα το Γουδί, με τον βαθμό του Ταξιάρχου, τέθηκε επικεφαλής 100 τεθωρακισμένων έφτασε στον κόμβο Αμπελοκήπων και διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στην επιβολή του καθεστώτος.
Λίγο μετά τα μεσάνυχτα της 21ης Απριλίου ως Διοικητής του Κέντρου Εκπαιδεύσεως Τεθωρακισμένων, κάλεσε στο γραφείο του τον Υποδιοικητή, Συνταγματάρχη Κωνσταντίνο Μαυροειδή και τον Επόπτη Ασφαλείας, Επίλαρχο Ηλία Θεοδωρόπουλο, και τους διέταξε να θέσουν το Κέντρο «...εις ενισχυμένον συναγερμόν, βάσει του σχεδίου "ΠΡΟΜΗΘΕΥΣ"..». Στις 01:30 μετά τα μεσάνυχτα μιλώντας σε συγκέντρωση Αξιωματικών, Δοκίμων Αξιωματικών και Μονίμων Υπαξιωματικών, τους ανακοίνωσε ότι «...αι Ένοπλοι Δυνάμεις της Πατρίδος μας απεφάσισαν να θέσουν τέρμα εις το χάος εις το οποίον ωδηγείτο η Πατρίς υπό της φαύλου πολτικής ηγεσίας της!..». Στις 2 τα ξημερώματα της 21ης Απριλίου τέθηκε σε εφαρμογή το σχέδιο «Προμηθεύς», για την αντιμετώπιση του κομμουνιστικού κινδύνου, με αποτέλεσμα να κινηθούν όλες οι στρατιωτικές μονάδες της Αττικής.
Μία από τις πρώτες ενέργειες των επαναστατών ήταν να συλλάβουν τον αρχηγό του ΓΕΣ αντιστράτηγο Γρηγόρη Σπαντιδάκη και να τον αντικαταστήσουν με τον Οδυσσέα Αγγελή, που έδωσε εντολή σε όλους του μεγάλους στρατιωτικούς σχηματισμούς της χώρας να εφαρμόσουν το σχέδιο «Προμηθεύς». Στις 3:30 τα ξημερώματα της 21ης Απριλίου 1967, η Επανάσταση είχε επικρατήσει αναίμακτα, ενώ με συντακτική πράξη στη διάρκεια της ημέρας ανεστάλησαν οι διατάξεις του Συντάγματος και ματαιώθηκαν οι εκλογές της 28ης Μαΐου 1967. Η στρατιωτική επανάσταση κατάργησε την κυβέρνηση του Παναγιώτη Κανελλόπουλου, τον οποίο συνέλαβε εικοσαμελής ομάδα στρατιωτών, υπό τις διαταγές του λοχαγού Ηρακλή Θωμά, συγχωριανού και στενού συνεργάτη του στρατηγού Οδυσσέα Αγγελή. Η επανάσταση της 21ης Απριλίου 1967, σήμανε το τέλος στην αγαστή σχέση του Παττακού με τα Ανάκτορα και το Βασιλιά Κωνσταντίνο, ο οποίος σε συνάντηση τους μετά την επικράτηση του καθεστώτος φέρεται να αποκάλεσε «ηλίθιο» τον Παττακό, ενώ του ζήτησε να «πάρουν πίσω την επανάσταση τους», για να εισπράξει την απάντηση πως «...στην επανάσταση ανώτερος είναι ο επαναστάτης και όχι ο βασιλιάς. Δεν λαμβάνω εντολές από εσάς».
Αντίκτυπος
Η συντηρητική εφημερίδα «Καθημερινή» στην πρώτη της σελίδα δημοσίευσε ένα μονόστηλο με τίτλο «Την 2αν πρωινήν εξερράγη στρατιωτικόν κίνημα. Συνελήφθησαν πολιτικοί άνδρες», ενώ η αριστερή εφημερίδα «Αυγή» πάνω από τον τίτλο της έγραφε, «Συνελήφθησαν από στρατιωτικούς οι Μ. Γλέζος, Λ. Κύρκος, Α. Παπανδρέου. Ασυνήθιστες κινήσεις στρατιωτικών και αστυνομικών δυνάμεων». Στις 7 το πρωί, η ηγεσία των Επαναστατών επισκέφθηκε στα Ανάκτορα του Τατοΐου τον Βασιλιά Κωνσταντίνο και του ζήτησε να ορκίσει την κυβέρνησή τους.
Η εφημερίδα «Ελεύθερος Κόσμος», ανάγγειλε την επιβολή του στρατιωτικού καθεστώτος, παραχωρώντας ολόκληρη την πρώτη σελίδα της, ενώ είχε κεντρικό τίτλο «Ο Στρατός ανέλαβε την εξουσία» και υπότιτλο «Ωρκίσθη Κυβέρνησις υπό τον κ. Κ. Κόλλιαν». Το κύριο άρθρο της έφερε την υπογραφή του εκδότη, αρθρογράφου και ιδιοκτήτη της Σάββα Κωνσταντόπουλουπου με τίτλο «Η μοιραία πορεία», είχε κύριο θέμα τα γεγονότα και δικαιολογούσε τη στρατιωτική επέμβαση, περιγράφοντας, «...Αι περιστάσεις υπεχρέωσαν τον Στρατόν να αναλάβει πολιτική πρωτοβουλία...» καθώς «...Εβαδίζαμε μοιραίως προς την έκρηξιν ...» αλλά«...Ο στρατός φορεύς υγιούς πατριωτικού πνεύματος..» παρακολουθούσε «...με συνεχώς αυξανόμενη ανησυχία την επιδείνωση των πραγμάτων..» και «...υπεχρεώθη να επέμβη...» ενώ«...Η πράξις του προκάλεσε γενικήν ανακούφισιν...» .
Κυβερνητικές θέσεις
Στις 5 το απόγευμα της 21ης Απριλίου 1967, ορκίστηκε Υπουργός Εσωτερικών στην κυβέρνηση του πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Κόλλα στις 21 Απριλίου 1967 και ως έχων την ευθύνη της εσωτερικής τάξεως, επέτρεψε σταδιακά έως την ολοκλήρωσή της μέχρι την 26η Απριλίου, την ελεύθερη κυκλοφορία των πολιτών, ενώ στις 13 Δεκεμβρίου 1967 υπέβαλλε την παραίτηση του από το Στρατό και αποστρατεύθηκε με τον βαθμό του υποστρατήγου. Μετά το αποτυχημένο «Βασιλικό αντικίνημα» της 13ης Δεκεμβρίου 1967 και τη διαφυγή του βασιλιά Κωνσταντίνου Β' και των μελών της βασιλικής οικογένειας στο εξωτερικό, η«Επαναστατική Επιτροπή», στην οποία συμμετείχε ο ίδιος και οι Γεώργιος Παπαδόπουλος, Νίκος Μακαρέζος και άλλοι επαναστάτες αξιωματικοί, διόρισε αντιβασιλιά τον Γεώργιο Ζωιτάκη, ενώ πρωθυπουργός ανέλαβε στις 13 Δεκεμβρίου, ο Γεώργιος Παπαδόπουλος.
Στις 3 Οκτωβρίου 1967 με δηλώσεις του στους ανταποκριτές του ξένου Τύπου στην Ελλάδα, αναφέρθηκε σε «Μεμονωμένας τινάς ενεργείας εις την πρωτεύουσαν και συγκεκριμένως εις τας εκρήξεις αυτοσχεδίων κροτίδων», λέγοντας ότι «Αι ενέργειαι αύται υποθάλπτονται από πράκτορας ξένων Δυνάμεων και οφείλονται εις την αναπτυσσομένην δραστηριότητα των Ελλήνων κομμουνιστών εις το εξωτερικόν. Η Ελλάς έχει φιλίαν με όλους και ουδένα ενοχλεί εις το εξωτερικόν. Εντούτοις, οι ξένοι συνεχώς επεμβαίνουν εις τα εσωτερικά μας και προσπαθούν να διατηρούν τον ελληνικόν Λαόν διηρημένον, ίνα ούτω παραμένη υπανάπτυκτος και συνεπώς εκμεταλλεύσιμος υπό τούτων. Πάντως, ουδείς πρόκειται να διαφύγη εκ των δρώντων αντεθνικώς, όλοι θα δώσουν δε λόγον των πράξεών των». Λίγο διάστημα αργότερα, ο Σάββας Κωνσταντόπουλος προσκάλεσε την κυβέρνηση να έρθει σε επαφή με τον πνευματικό κόσμο, πρωτοβουλία για την οποία τον συνεχάρη με επιστολή της η συγγραφέας Λιλίκα Νάκου. Τότε ο Παττακός επισκέφθηκε την υπέργηρη ποιήτρια Θεώνη Δρακοπούλου γνωστή ως Μυρτιώτισσα, ενώ φρόντισε να δοθούν συντάξεις και να προχωρήσει το ζήτημα της υγειονομικής περιθάλψεως των συγγραφέων [11].
Διατήρησε τη θέση του Υπουργού Εσωτερικών στην κυβέρνηση του Γεωργίου Παπαδόπουλου έως το 1971 και με δική του απόφαση μεταφέρθηκε η έδρα της πρωτεύουσας της Κρήτης από τα Χανιά στο Ηράκλειο. Από το 1971 κατείχε τη θέση του αντιπροέδρου της Κυβερνήσεως, έως τις 28 Σεπτεμβρίου 1973, όταν η κυβέρνηση αντικαταστάθηκε από εκείνη του Σπύρου Μαρκεζίνη με σκοπό να διενεργήσει εκλογές. Η διεξαγωγή εκλογών απετράπη από το στρατιωτικό κίνημα υπό το Δημήτριο Ιωαννίδη και την ανατροπή του καθεστώτος και στη συνέχεια παρέμεινε σε κατ' οίκον περιορισμό μέχρι τις 23 Ιουλίου 1974, ημέρα της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο. Ακολούθησε η απόσυρση των στρατιωτικών, η ορκωμοσία και η παράδοση της διακυβερνήσεως σε πολιτική κυβέρνηση εθνικής ενότητας υπό τον Κωνσταντίνο Καραμανλή.
Τάμα του Έθνους
Συμμετείχε στην επιτροπή για την ανέγερση του ναού του Σωτήρος στα Τουρκοβούνια, την οποία εξάγγειλε στις 14 Δεκεμβρίου 1968 ο Γεώργιος Παπαδόπουλος, ως εκπλήρωση της σχετικής υποσχέσεως της Δ' Εθνοσυνέλευσης του 1829 για την απελευθέρωση της Ελλάδος. Το έργο εγκρίθηκε στις 5 Ιανουαρίου 1969 σε συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου με τη συμμετοχή του Αρχιεπισκόπου Ιερώνυμου. Για την επίβλεψή του συστήθηκε το Μάιο του ίδιου έτους μια «Ανώτατη Επιτροπή» με πρόεδρο το Γεώργιο Παπαδόπουλο και μέλη της τον αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο, τους υπουργούς Εσωτερικών Στυλιανό Πατττακό, ΣυντονισμούΝικόλαο Μακαρέζο, Παιδείας Θεοφύλακτο Παπακωνσταντίνου, Δημοσίων Έργων Κ. Παπαδημητρίου και τον Υφυπουργό Προεδρία Κωνσταντίνο Βοβολίνη. Ένα δεύτερο σώμα, το«Γνωμοδοτικό Συμβούλιο», αποτελούνταν από τον πρόεδρο της Ακαδημίας, τους πρυτάνεις του Πανεπιστημίου και του Εθνικού Μετσόβειου Πολυτεχνείου, το δήμαρχο Αθηναίων, το Γενικό Διευθυντή Αρχαιοτήτων και τον κοσμήτορα της Αρχιτεκτονικής. Σύμφωνα με τη σχετική εξαγγελία «...Ο Ναός του Σωτήρος Χριστού, αφ’ ενός μεν υλοποιεί την υπόσχεσιν που έδωσε το Έθνος προς τον Θεό, και αφ’ ετέρου θ’ αποτελέση, μετά την οικοδόμησίν του, το τρίτο αρχιτεκτονικό οικοδόμημα των Αθηνών, μετά τον κλασικό Παρθενώνα και τον Βυζαντινό Λυκαβηττό..».
Ανατροπή Παπαδόπουλου
Σε δημοσίευμα της Αθηναϊκής εφημερίδας «Real News» το 2012, αναφέρεται ότι ο Στυλιανός Παττακός είδε τον Μαρκεζίνη και τον πίεσε να επισπεύσει τις εκλογές. Πήγε μάλιστα και είδε και τον Παπαδόπουλο στον οποίο είπε «Γιώργο, πρόσεχε τον Μίμη. Κάτι ετοιμάζει!», όμως ο Παπαδόπουλος του επισήμανε ότι «Ο Μίμης είναι πιστός φίλος. Αρσακειάδα!» και ο Παττακός του απάντησε «Μου το είπες και πέρυσι, αλλά… πρόσεχε… Άκουσε με! Θυμήσου την Αρσακειάδα που ο φίλος μας την έπιασε σε ξένη αγκαλιά…». Το βράδυ της ίδιας μέρας ο Μαρκεζίνης επισκέφτηκε τον Παπαδόπουλο στο Λαγονήσι και του έθεσε το θέμα άρσεως του στρατιωτικού νόμου και ορισμού ημέρας διεξαγωγής των εκλογών. Ο Παπαδόπουλος θεωρούσε ως πρόσφορη ημερομηνία την 10η Μαρτίου 1974, ενώ ο Μαρκεζίνης επέμενε για τη 10 Φεβρουαρίου 1974 και παρόντος του στρατηγού Αγγελή μετέφερε στον Παπαδόπουλο και άλλες πληροφορίες, αλλά από τη σιγή του αποκόμισε την άποψη ότι τα γνώριζε. Ο Παπαδόπουλος στράφηκε στον Αγγελή λέγοντας, «Νομίζω ότι πρέπει να είπωμεν εις τον Ιωαννίδην να παρουσιασθεί εις τον πρωθυπουργόν ώστε να μορφώσει ο ίδιος γνώμην, αν πρόκειται περί ανθρώπου ικανού να διαπράξει όσα διαδίδουν». Φεύγοντας ο Μαρκεζίνης είπε στον Παπαδόπουλο, «Περιμένω απάντησιν ημερομηνίας των εκλογών» και ο Παπαδόπουλος απάντησε, «Α, ναι, έχετε δίκαιον…».
Την παραμονή του κινήματος Ιωαννίδη, ο Νικόλαος Μακαρέζος συναντήθηκε με τον πρωθυπουργό Σπύρο Μαρκεζίνη στον οποίο είπε «Το καθήκον μου επιβάλλει να πω τη σκληρή αλήθεια. Μόνος τρόπος εξόδου από το αδιέξοδο είναι άρση του στρατιωτικού νόμου, παραίτηση του Παπαδόπουλου, ανάληψη της προεδρίας από τον αντιπρόεδρο Αγγελή και εκλογές». Πρόσθεσε ότι από δημοσκόπηση που έκανε στην Αθήνα, διαπίστωσε πως το 93% εκφραζόταν κατά του Παπαδόπουλου, το 7% ήταν αδιάφορο, ενώ στους στρατιωτικούς διαπιστώθηκε άρνηση εκδηλώσεως γνώμης. Με τον Μαρκεζίνη συναντήθηκε και ο καθηγητής Ιωάννης Γεωργάκης, που τον προειδοποίησε ότι «θα σας ανατρέψει ο Ιωαννίδης»και τον προέτρεψε να ενημερώσει τον Παπαδόπουλο.
Εξορία-Δίκη & Καταδίκη
Την 26η Ιουλίου 1974 δημοσιεύθηκε Προεδρικό Διάταγμα Γενικής Αμνηστείας με αριθμό 519, το οποίο όριζε, «...Αμνηστεύονται τα καθ' οιονδήποτε τρόπον τελεσθέντα μέχρι της δημοσιεύσεως του παρόντος εγκλήματα, τα προβλεπόμενα και τιμωρούμενα υπό των διατάξεων του Ποινικού Κώδικος, του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικος κ.λπ. και αυτόθι αναφερομένων νόμων, ως επίσης και τα προς αυτά συναπτόμενα ή συναφή, εφ' όσον ταύτα έχουν σχέσιν προς την κατάστασιν την δημιουργηθείσαν από της 21/4/1967. Ομοίως αμνηστεύονται τα αυτά ως άνω εγκλήματα, τελεσθέντα προ της 21/4/1967 και τα προς αυτά συναπτόμενα ή συναφή, εφ' όσον οπωσδήποτε απέβλεπον προς την ανατροπήν της καθεστηκυίας τάξεως...».
Εξορία
Στις 9 Σεπτεμβρίου 1974, οι δικηγόροι Αλέξανδρος Λυκουρέζος, ο οποίος λίγα χρόνια αργότερα τάχθηκε δημόσια και ξεκάθαρα υπέρ της αποφυλακίσεως του , ο Δημήτριος Χαρισιάδης και η «Ένωση Δημοκρατικών Δικηγόρων», υπέβαλλαν μήνυση -με βάση το Αστικό Δίκαιο- εναντίον των πρωταιτίων του στρατιωτικού καθεστώτος της 21ης Απριλίου 1967, επειδή υπέστησαν αστική ζημία, καθώς από την ενέργεια του παρεμποδίστηκε η επαγγελματική τους ανέλιξη. Στις 24 Σεπτεμβρίου 1974, ο συνταγματάρχης της Χωροφυλακής Νικόλαος Πορικός με εντολή του Υπουργού Δημοσίας Τάξεως Σόλωνα Γκίκακαι του πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή, επισκέφθηκε τον Παπαδόπουλο, στον οποίο μετέφερε τη θέληση του Καραμανλή, να μείνει μακριά από οποιαδήποτε πολιτική ανάμειξη, είτε με τη μορφή δηλώσεων, είτε με τη μορφή συμμετοχής στην εκλογική αναμέτρηση της 17ης Νοεμβρίου 1974.
Ο Πορικός εισέπραξε την αρνητική απάντηση του Παπαδόπουλου, ο οποίος του είπε, «...Θα κάμω ό,τι η συνείδησίς μου μού επιβάλη, διά το καλόν της Πατρίδος μου», καθώς είχε ήδη αποφασίσει την πολιτική εμπλοκή του. Στις 3 Οκτωβρίου 1974, η Βουλή των Ελλήνων με πρωτοβουλία των βουλευτών του κόμματος «Νέα Δημοκρατία», εξέδωσε Συντακτική Πράξη με την οποία εξαίρεσε από την αμνηστία που είχε χορηγηθεί τους πρωταιτίους της 21ης Απριλίου. Στις 21 Οκτωβρίου 1974, ο υπουργός Δημοσίας Τάξεως Σόλων Γκίκας παρέδωσε διαβατήρια στον Παπαδόπουλο και τους συνεργάτες του, τα οποία τους παρείχαν τη δυνατότητα να ταξιδέψουν ελεύθερα στο εξωτερικό, προκειμένου να εγκαταλείψουν την Ελλάδα. Όπως γράφει ο Παττακός «..Όσοι θα τα εδέχοντο θα ελάμβανον: Εισιτήριον δια χώραν της αρεσκείας του έκαστος μετά της οικογενείας του, την δαπάνην του ταξιδίου και την διαβεβαίωσιν ότι θα ανελαμβάνετο υπό της Κυβερνήσεως η δαπάνη διαβιώσεώς του εις το εξωτερικόν..» . Ο Παττακός καθώς και οι Γεώργιος Παπαδόπουλος, Νικόλαος Μακαρέζος,Ιωάννης Λαδάς και Μιχαήλ Ρουφογάλης, δίχως την έκδοση εισαγγελικής παραγγελίας ή δικαστικής αποφάσεως, συνελήφθησαν στις 6 το πρωί της 23ης Οκτωβρίου 1974 και εκτοπίστηκαν αυθημερόν, στη νησί της Κέας, διότι «...αναπτύσσουν συνωμοτικήν δραστηριότητα, προκαλούν ανησυχία και δημιουργούν τας προϋποθέσεις διαταράξεως της ησυχίας και της γαλήνης του λαού...» .
Άσκηση διώξεως
Την 5η Νοεμβρίου 1974, ασκήθηκε δίωξη εναντίον του από τον Μενέλαο Κουτσάκο, προϊστάμενο της Εισαγγελίας Εφετών, για αδικήματα που ενέπιπταν στα άρθρα 134 και 135 του Ποινικού Κώδικα και 63 του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικα, καθώς και των Γεωργίου Παπαδόπουλου, Νικολάου Μακαρέζου, και 62 ακόμη συνεργατών τους. Στις 29 Δεκεμβρίου 1974 ο ανακριτής Γεώργιος Βολτής απήγγειλε τις κατηγορίες της στάσεως, εσχάτης προδοσίας και προπαρασκευαστικών ενεργειών εσχάτης προδοσίας, ενώ οι Παττακός ζήτησε και έλαβε προθεσμία είκοσι ημερών για να προετοιμάσει την απολογία του. Στις 15 Ιανουαρίου 1975 ο ανακριτής επέστρεψε στην Κέα και την επόμενη ημέρα, 16 Ιανουαρίου ζήτησε την απολογία του Παττακού, ο οποίος αρνήθηκε να απολογηθεί και στις 18 Ιανουαρίου 1975 έγινε νόμος του Ελληνικού κράτους το παράτυπο «Δ' Ψήφισμα» της Ε' Αναθεωρητικής Βουλή των Ελλήνων, που αποφάσισε και καθόρισε τη μορφή της 21ης Απριλίου 1967 ως «πραξικόπημα» και θέσπισε την αναδρομικότητα σε Ποινικά αδικήματα, πρωτοφανές γεγονός για τα νομικά χρονικά της Ελλάδος.
Το Δ’ ψήφισμα ήταν αποτέλεσμα παρανομίας καθώς ψηφίσθηκε από αναθεωρητική Βουλή, αρμόδια για την αναθεώρηση του Συντάγματος και όχι για την έκδοση ποινικών νόμων. Το Ψήφισμα παρήγαγε μια σειρά από παράνομα αποτελέσματα καθώς εισήγαγε δεύτερο νόμο αναδρομικής ισχύος και ονόμαζε τους διωκόμενους ως ενόχους «στάσεως» και «σφετερισμού εξουσίας», καταπατώντας την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης. Τέλος το Ψήφισμα, παραβαίνοντας κάθε έννοια δικαίου και λογικής, χαρακτήριζε μια Επανάσταση που επικράτησε για επτά χρόνια, ως «πραξικόπημα» το οποίο «ουδέποτε επικράτησε» και διακηρύσσει ότι δήθεν «η Δημοκρατία δικαίω ουδέποτε κατελύθη», δημιουργώντας πρωτοφανές κενό νομικής συνέχειας του Ελληνικού κράτους για μια ολόκληρη επταετία.
Ο Παττακός και μαζί του οι υπόλοιποι τέσσερις εκτοπισμένοι συνελήφθησαν επισήμως στις 20 Ιανουαρίου, κατηγορούμενοι για εσχάτη προδοσία, και μεταφέρθηκαν στον Πειραιά με τορπιλάκατο του Πολεμικού Ναυτικού στη οποία διανυκτέρευσαν, ενώ στις 21 Ιανουαρίου 1975, προφυλακίστηκε στο Σωφρονιστικό κατάστημα του Κορυδαλλού, με βάση το «Δ' Ψήφισμα» της Βουλής των Ελλήνων. Την 24η Φεβρουαρίου 1975, το καθεστώς Καραμανλή σκηνοθέτησε κι αποκάλυψε το Πραξικόπημα της Πυτζάμας, με αφορμή το οποίο αποστρατεύθηκαν περισσότεροι από 275 αξιωματικοί. Την 21η Μαρτίου 1975 ο Παττακός ξεκίνησε απεργία πείνας, ως ένδειξη διαμαρτυρίας για τις συνθήκες που επικρατούσαν στο Σωφρονιστικό Κατάστημα. Στις 22 Μαΐου 1975 δημοσιεύθηκε το υπ' αριθμό 414/75 βούλευμα του Πενταμελούς Συμβουλίου Εφετών, με το οποίο παραπέμφθηκε σε δίκη με τις κατηγορίες της «εσχάτης προδοσίας» και της «στάσεως» και στις 2 Ιουλίου 1975 η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου απέρριψε, με την υπ' αριθμόν 683 απόφαση, την αναίρεση που είχε ασκήσει κατά του βουλεύματος της παραπομπής του. Την ίδια ημέρα η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου αποφάνθηκε, με την απόφαση 684, ότι το δήθεν αδίκημα της «εσχάτης προδοσίας» της 21ης Απριλίου 1967, ήταν «στιγμιαίον», απόφαση που είχε ως αποτέλεσμα την απαλλαγή από κάθε ευθύνη, όσων συνεργάστηκαν με την 21η Απριλίου μετά την επικράτηση της.
Στις 28 Ιουλίου 1975 ξεκίνησε η δίκη των πρωταιτίων της 21ης Απριλίου, με την κατηγορία της «στάσεως» και της «εσχάτης προδοσίας» και έγινε δίχως την παράσταση Πολιτικής αγωγής, κατόπιν αιτήματος της υπερασπίσεως το οποίο έγινε δεκτό, ενώ οι δικηγόροι των κατηγορουμένων αποχώρησαν, δηλώνοντας ότι η καταδίκη των πελατών τους είναι προαποφασισμένη. Δήλωση αναλήψεως ευθυνών έκαναν ο ίδιος αλλά και ο Νικόλαος Μακαρέζος, ενώ όλοι οι κατηγορούμενοι δήλωσαν, «Γνωρίζω την κατηγορία, αλλά δεν την αποδέχομαι». Λίγα λεπτά μετά την έναρξη της διαδικασίας, ο Γεώργιος Παπαδόπουλοςδήλωσε «...Υπήρξα αρχηγός της επαναστάσεως (...). Ως εκ τούτου αναλαμβάνω την ευθύνη πλήρως, δι' όλους όσοι συμμετέσχον εις την εκδήλωσίν της και δι' όσα έπραξαν εντός του πνεύματος των διαταγών. Δε θα με ξανακούσητε εις το Δικαστήριόν σας. Θα αναμένω την απόφασίν σας (...)».
Καταδίκη
Το Σάββατο 23 Αυγούστου 1975 στη 1.10 το μεσημέρι, εκδόθηκε η απόφαση υπ' αριθμόν 477 και καταδικάστηκε σε θάνατο για τη κατηγορία της Στάσεως, σε ισόβια κάθειρξη και καθαίρεση με ταυτόχρονο υποβιβασμό στο βαθμό του Στρατιώτη για την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας, από το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών με πρόεδρο τον Ιωάννη Ντεγιάννη, έκπτωτο στρατιωτικό δικαστή πριν την 21η Απριλίου 1967, για τη συμμετοχή του στο στρατιωτικό καθεστώς, με τις κατηγορίες της στάσεως και της εσχάτης προδοσίας, ενώ η άσκηση της εξουσίας από τις 21 Απριλίου 1967 έως τις 24 Ιουλίου 1973 χαρακτηρίστηκε «στιγμιαίο αδίκημα». Το δικαστήριο απέρριψε τον ισχυρισμό περί άρσεως του άδικου χαρακτήρα της πράξεως, το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου, καθώς και ότι ωθήθηκαν στην πράξη τους από μη ταπεινά αίτια, ενώ για τον ίδιο και τους Γεώργιο Παπαδόπουλο και Νικόλαο Μακαρέζο, δέχτηκε ότι υπήρξαν υποκινητές και επικεφαλής της στάσεως.
Την ίδια μέρα και ελάχιστες ώρες αργότερα, η ποινή του μετατράπηκε σε ισόβια κάθειρξη, στις 25 Αυγούστου το Υπουργικό Συμβούλιο επικύρωσε ομόφωνα την απόφαση, ενώ φυλακίστηκε σε ειδική πτέρυγα των Φυλακών Κορυδαλλού. Καθαιρέθηκε με Προεδρικό διάταγμα και υποβιβάστηκε στο βαθμό του στρατιώτη στις 21 Ιουνίου 1976, μετά την επικύρωση από τον Άρειο Πάγο της αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου, ενώ διαγράφηκε από τους καταλόγους των στελεχών της εφεδρείας. Σύμφωνα με τον Χρήστο Καθάρειο, Επίτιμο Αρεοπαγίτη, λόγω του παρανόμου της «δίκης» και της αντισυνταγματικότητος των ποινών , οι θανατικές μετατράπηκαν, με πρωτοβουλία της κυβερνήσεως, λεκτικά και την ίδια μέρα.
Στις 29 Αυγούστου 1975 ο Κωνσταντίνος Καραμανλής είπε σε ομιλία του προς εν ενεργεία αξιωματικούς, «Όταν ομιλούμε για ισόβια δεσμά, εννοούμε ισόβια δεσμά». Τέλος στις 16 Οκτωβρίου 1975, μιλώντας στην Ολομέλεια της Βουλής, ο Καραμανλής, ομολόγησε ότι, «….Τας ποινικάς κυρώσεις η Κυβέρνησις ενεπιστεύθη, όπως επεβάλετο, εις την Δικαιοσύνην, αφού προηγουμένως την διευκόλυνεν εις τον έργον της με συγκεκριμένα νομοθετικά μέτρα, όπως η γνωστή Συντακτική Πράξη και το γνωστόν Ψήφισμα. Και δεν πρέπει να πλανώμεθα. Εάν δεν είχον γίνει αυτά, αυτήν την στιγμήν ουδείς θα ήτο δυνατόν να δικάζεται και ουδείς θα ευρίσκετο εις την φυλακήν….» . Μετά την παρέλευση τριετίας η θανατική ποινή μετατράπηκε αυτεπαγγέλτως και νομικώς, ως μη εκτελεσθείσα, εις ισόβιο κάθειρξη. Εξέτισε την ποινή του κρατούμενος στην ειδικά διαμορφωμένη πτέρυγα των Φυλακών Κορυδαλλού στον Πειραιά.
Παραμονή στη φυλακή
Για τις προσπάθειες που καταβλήθηκαν προκειμένου να αποφυλακιστεί είναι ενδεικτική αυτή του Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος αποκάλυψε στον Εβραιοαμερικανό συμφοιτητή του και καθηγητή Τζέημς Σβάρτς, ότι «....Έστειλα στον κύριο Παττακό μία επιστολή και τον παρακάλεσα να μου ζητήσει να βγει από την φυλακή. Και προς τιμήν του μου απήντησε ο Παττακός ότι θεωρεί τον εαυτόν του ως μόνο υπεύθυνο για την 21η Απριλίου. Και ότι συνεπώς, θα πρέπει να βγουν νωρίτερα από την φυλακή οι μη υπεύθυνοι ως αυτός». Το 1982 ο Παπανδρέου, τότε Πρωθυπουργός της Ελλάδος, έστειλε στην φυλακή τον Τζέημς Σβάρτς, που έδωσε στον Παττακό, ένα ραδιοφωνάκι κι ένα κουτί γλυκά, ενώ το Φθινόπωρο του ίδιου έτους, ο καθηγητής Σβάρτς έγραψε στον Παττακό, ότι μετέφερε στον Ανδρέα Παπανδρέου την συζήτησή τους.
Την Μεγάλη Τετάρτη του 1988, η Δήμητρα Νικολαΐδου-Παττακού, επισκέφθηκε το Καστρί, μετά από πρόσκληση του Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος της υποσχέθηκε ότι θα αποφυλακίσει τους στρατιωτικούς κρατουμένους για την 21η Απριλίου, δύο μήνες πριν τις εκλογές, που σχεδίαζε να πραγματοποιήσει στο τέλος του 1988, όμως τα σχέδια ανατράπηκαν από την ασθένεια του και τη μετάβαση του στο νοσοκομείο του Χέρφιλντ .
Αποφυλάκιση
Αποφυλακίστηκε στις 28 Σεπτεμβρίου 1990 λόγω ανηκέστου βλάβης της υγείας του, επί πρωθυπουργίας Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, και τέθηκε σε κατ' οίκον περιορισμό. Παράλληλα του επιβλήθηκαν οι περιοριστικοί όροι της εμφανίσεως ανά 15 ημέρες στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής του ενώ υποχρεώθηκε να προσφεύγει ανά εξάμηνο στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων για να επιβεβαιώνεται ότι η υγεία του εξακολουθεί να είναι επισφαλής, ώστε να ανανεώνεται η κατ' οίκον νοσηλεία. Μετά την αποφυλάκιση του στερήθηκε την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη που εδικαιούτο ως κρατούμενος, ενώ δεν εισέπραττε σύνταξη ως απόστρατος αξιωματικός, καθώς είχε καθαιρεθεί με την καταδίκη του. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του η σταθερή επιδείνωση της καταστάσεως της υγείας του τον απάλλαξε από τις υποχρεώσεις της εμφανίσεως ανά δεκαπέντε ημέρες στο Αστυνομικό Τμήμα, καθώς και στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων.
Δημόσιες τοποθετήσεις
Στις 31 Μαΐου 2001, έλαβε επιστολή την οποία του απέστειλε ο τότε Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος σχετική με το περιεχόμενο του βιβλίου του «Οδοιπορικό, ενός στρατιώτου 90 ετών». Ο Επίσκοπος Χριστόδουλος ανέφερε στην επιστολή του
«Στρατηγέ,
Με ιδιαίτερη χαρά έλαβα το πόνημα με τον τίτλο "Οδοιπορικόν ενός στρατιώτου 90 ετών", το οποίον είχατε την ευγενή καλωσύνην να μου αποστείλετε και σας ευχαριστώ πολύ.
Το αποσταλέν βιβλίον σας, στις σελίδες του οποίου εκθέτετε τις σκέψεις, τις επισημάνσεις, τις τοποθετήσεις σας σχετικά με περιστατικά, επεισόδια και γεγονότα από την μακρόχρονη διαδρομή και πορεία της ζωής σας, εντυπωσιάζει τον αναγνώστην με την απλότητα και την γλαφυρότητα του λόγου, το ανυπόκριτο πατριωτικό φρόνημα και την πηγαία ειλικρίνεια, τη συγκινητική εξιστόρηση και τη διάθεση αυτοκριτικής και αυτοσαρκασμού. Όπως προκύπτει από τα γραφόμενά σας και την αυτοβιογραφούμενη σταδιοδρομία σας, υπήρξατε εκφραστής ξεχωριστών προσόντων και αρετών και γράψατε ιστορία, την οποίαν ο ιστορικός του μέλλοντος καλείται να εκτιμήσει και να προσδιορίσει. Εύχομαι ο Δομήτωρ κύριος ημών Ιησούς Χριστός, ο δίκαιος Κριτής πάντων, να σας χαρίζει πλούσια την Χάριν και την ευλογίαν Του.
Μετ' ευχών διαπύρων
Ο Αθηνών Χριστόδουλος».
Στις 15 Μαΐου 2004, με αφορμή προγενέστερο δημοσίευμα της εφημερίδος «Ελευθεροτυπία», απέστειλε την παρακάτω επιστολή στους συντάκτες του.
«Αξιότιμε κύριε «Ιέ»,
Θα είχον, ίσως, υιόν και θα ήθελον να μη είχε την ικανότητά σας εις αφήγησιν παραμυθιών, μάλλον, αλλά να ήτο φιλίστωρ, δίκαιος και φιλαλήθης. Εδιάβασα εις την χθεσινήν «Κυριακάτικην Ελευθεροτυπίαν» τα γραφόμενά σας, υπό τον βαρύγδουπον τίτλον: «Εξορία πέντε αστέρων»! Ητο εκτόπισις. Οχι εξορία. Τα γράφετε τόσον γλαφυρά και πειστικά, που θα επείθατε ακόμη και εμέ, εάν δεν τα είχον ζήσει και πράξει, προσωπικώς. Εχετε εσφαλμένην πληροφόρησιν και διά τούτο αι απόψεις σας είναι λανθασμέναι. Λοιπόν:
1. Ο Παττακός ήτο -ήμην- Αντιπρόεδρος και όχι "αντιπρόεδρος" εντός εισαγωγικών ως τον αποκαλείτε. Ιδετε Εγκυκλοπαιδείαν.
2. Δεν υπήρξαν εξορίαι κατά την διάρκειαν του Απριλιανού Καθεστώτος. Εγιναν εκτοπίσεις, ολίγων χιλιάδων ατόμων, προβλεπόμεναι υπό των νόμων των προ 21ης Απριλίου 1967 δημοκρατικών -έτσι εκαλούντο και εκείναι, όπως και αι σημεριναί- Κυβερνήσεων, οι δε νόμοι εκείνοι εστηρίζοντο εις το ιδιώνυμον των Κυβερνήσεων του Ελευθερίου Βενιζέλου, διά των οποίων ετέθη εκτός νόμου το Κ.Κ.Ε., που ίσχυον μέχρι της «μεταπολίτευσης», Ιουλίου του 1974.
3. Αυτόν τον νόμον προέβλεπε το τεθέν εις εφαρμογήν σχέδιον ενεργείας της 21ης Απριλίου 1967 και αυτό εξετέλεσεν η Αστυνομία και η Χωροφυλακή, βάσει των φακέλλων των.
4. Ο χαρακτηρισμός "ανθέλληνες" διά τους οπαδούς του Κ.Κ.Ε., ετέθη υπό των προαπριλιανών Κυβερνήσεων και δη, ο "γέρος" της Δημοκρατίας, παππούς του νυν προέδρου σας, Γεώργιος Παπανδρέου, ορθώς κατά τους δεξιούς, εχαρακτήρισε το Κ.Κ.Ε. "κόμμα εγκλήματος και προδοσίας", διότι διέπραξε φοβερά εγκλήματα κατά τους τρεις "γύρους" του, προητοίμαζε δε τέταρτον μετά τας εκλογάς της 28ης Μαΐου 1976 και είχεν υπογράψει συμφωνίαν μετά της Βουλγαρίας -Σύμφωνον Πετριτσίου- παραχωρήσεως της Βορείου Ελλάδος εις αυτήν.
5. Αι συνθήκαι διαβιώσεως των εκτοπισθέντων, υπό των Απριλιανών, εις Γυάρον και Λέρον, ήσαν πράγματι καλαί. Ήσαν όσον ηδυνάμεθα, ανθρώπιναι. Ισως δεν υπήρχε λόγος εκτοπίσεώς των, διότι δεν ήσαν όλοι πρόθυμοι να ακολουθούντας αναρχικάς εντολάς τού τότε Κ.Κ.Ε., της Μόσχας! Προσωπικώς τους επισκεπτόμην τακτικώς και εφρόντιζα διά την κατά το δυνατόν καλυτέραν διαβίωσίν των. Απηλευθέρωνα όσους διήνυον ηλικίαν μεγαλυτέραν των 70 ετών. Μεταξύ αυτών ήτο και ο Στρατηγός Αυγερόπουλος Γεράσιμος-Διοικητής της VIII Μεραρχίας του Ε.Λ.Α.Σ. και αρχηγός του κόμματος της Ε.Δ.Α., μάσκας του Κ.Κ.Ε. Η θυγάτηρ του, Αθηνά, μου εξέφρασε την ευγνωμοσύνην της εν έτει 1986, επισκεφθείσα με εις το Γεν. Κρατικόν Νοσοκομείον χειρουργημένον. Επίσης έχω επιστολάς εκφράσεως της ευγνωμοσύνης της διά την απελευθέρωσιν εκ της εκτοπίσεως του αδελφού της ποιητού «Γιάννη» Ρίτσου, από την αδελφήν του.
6. Διά να μη ταλαιπωρώ, υμάς «Ιέ μου, Υιέ μου Αβεσαλώμ» και τους αναγνώστας, σας ερωτώ:
α) Ποίος εκ των Δικτατόρων του Κόσμου, ποτέ, επεσκέφθη έστω και άπαξ τους υπ' αυτού εκτοπισμένους;
β) Επεσκέφθη, ποτέ, ο υμέτερος Δικτάτωρ, Στάλιν, τους εις Σιβηρίαν αποθνήσκοντας εκ πείνης και βασανιστηρίων -εκατομμύρια- εκτοπισμένους, όχι διά λόγους εγκλημάτων, ως οι ημέτεροι ΚΚουΕδες, αλλά διότι δεν εδέχοντο το σύστημα διοικήσεώς του -του υπαρκτού Σοσιαλισμού, αιωνία τη λήξει του παντού, πλην Αλέκας-; Διαβάστε τον Σολζενίτσιν, τον Τζωρτζ Οργουελ, την Μαύρην Βίβλον του Κομμουνισμού, τους ημετέρους -υμετέρους μάλλον- Ιωαννίδην, Φαράκον κλπ. κλπ., επισκεφθείτε την Πηγάδα Μελιγαλά, σκεφθείτε το αποτρόπαιον παιδομάζωμα, τας καταστροφάς της Πατρίδος μας από τους τρεις «γύρους» του Κ.Κ.Ε., τας 150 χιλιάδας φονευθέντας Ελληνας κατά τον 4ετή Αντισυμμοριακόν αγώνα, τους ομήρους του «Κόκκινου Δεκέμβρη», 2ου γύρου του Κ.Κ.Ε., μελετήσατε πρακτικώς τους επαίνους του αρχηγού του κόμματος της Ν.Δ., δεξιού (;) κ. Καραμανλή του Β', που εχαρακτήρισε τον Πρόεδρόν σας, αρχικαπετάνιον του παιδομαζώματος... κ. Φλωράκην Χαρίλαον και αν σας μείνη καιρός, ασχοληθείτε και με τους Απριλιανούς.
7. Διαβάσετε και τα ιδικά μου τέσσαρα βιβλία: 1. «21η Απριλίου 1967. Διατί; Ποίοι; Πώς;». 2. «Οδυσσεύς Μ. Αγγελής. Ο Στρατηγός των Στρατηγών». 3. «21η Απριλίου 1967 έως 8 Οκτωβρίου 1973. Ημέραι και Εργα» και 4. «Οδοιπορικόν Ενός Στρατιώτου 90 ετών», νυν 92. Σας τα προσφέρω δώρον, εάν τα θέλετε, και μετά ή προ της αναγνώσεώς των είμαι πρόθυμος να συζητήσω μαζί σας, οπουδήποτε προτιμήσητε.
8. Σας ευχαριστώ διά την πρόκλησιν και περιμένω την πρόσκλησιν.
Με χριστιανική αγάπην και τιμήν
Στυλιανός Παττακός.
Ο Παττακός παραμένει σταθερός στις πεποιθήσεις του και δηλώνει με κάθε ευκαιρία, ότι το στρατιωτικό καθεστώς απέτρεψε τη δικτατορία του Ανδρέα Παπανδρέου που θα έβαζε την Ελλάδα στο Ανατολικό Μπλοκ δηλώνοντας, «..Θα έκανα και πάλι το ίδιο, εάν διαπίστωνα πως υπήρχε ανάγκη. Τώρα που είμαι γέρος συνεχίζω την επανάσταση, μέσα από τα βιβλία μου. Η Ελλάδα χρειάζεται ξανά έναν κουζουλό για να τη σώσει...» . Σε συνεντεύξεις του έχει εκφράσει αντιδημοκρατικές απόψεις, υποστήριξε ότι σωστά εκτελέστηκε ο Νίκος Μπελογιάννης γιατί «...ήτο ένας σκληρός κομμουνιστής ο οποίος είχε ενεργό ρόλο στη σφαγή του Μελιγαλά το 1944. Του εδώθη το φωτοστέφανο του ήρωα και του λαϊκού αγωνιστή ενώ ήτο ένας κομμουνιστής που μαζί με την οργάνωσή του ενεργούσε κατασκοπευτικώς υπέρ του Ανατολικού Μπλοκ, υπέρ της Σοβιετικής Ενώσεως.[...] Ήτο προδότης, εφαρμόστηκε ο νόμος και ο στρατιωτικός κανονισμός και ορθώς εκτελέστηκε. Ο Μπελογιάννης δεν ήτο ο άνθρωπος με το γαρύφαλλο, αλλά ο άνθρωπος με τον ασύρματο. Όταν τον έπιασαν, ασύρματο είχε μαζί του. Ο ίδιος ο Ζαχαριάδης τον εξόντωσε. Τα λένε εξάλλου και οι ίδιοι οι κομμουνιστές σήμερα.»
Επίσης στις συνεντεύξεις του κατηγόρησε τον Ανδρέα Παπανδρέου, τη δημοκρατία και τα κόμματα της μεταπολιτεύσεως λέγοντας ότι «....Το παρακράτος άρχισε να οργανούται το 1963-64 με αρχηγό τον Ανδρέα Παπανδρέου, ευφυέστατο άνθρωπο, ο οποίος όμως ήτο τόσο εγωιστής, τόσο φιλόδοξος που έκανε τεραστία ζημία. Ήτο ο πολιτικός αρχηγός της παραστρατιωτικής οργανώσεως ΑΣΠΙΔΑ....[...] Δώσαμε αμνηστία σε όλους και έδωσα το διαβατήριο στον Ανδρέα και στην οικογένεια του και έφυγαν, πήγαν στο καλό. Μας άδειασε τη γωνιά. Δυστυχώς επέστρεψε το 1981 ως πρωθυπουργός και κατέστρεψε την Ελλάδα. Το ΠΑΣΟΚ έκανε τους Έλληνες τεμπέληδες, διάλυσε την οικονομία μας, κατέστρεψε την νεολαία, την οδήγησε στο βούρκο των ναρκωτικών και άλλαξε τα ήθη της ελληνικής οικογένειας. Το σύνθημά του ήτο η Αλλαγή, ε, τα άλλαξε όλα...».
Αιτήσεις χάριτος
Τη Μεγάλη Παρασκευή του 1993 ο Κωνσταντίνος Καραμανλής απέρριψε αίτηση Χάριτος του Παττακού και άλλων τεσσάρων Πρωταιτίων της 21ης Απριλίου, ύστερα από παρότρυνση του στρατηγού Αγαμέμνονα Γκράτσου, τότε Αρχηγού του Γ.Ε.ΕΘ.Α., με την δικαιολογία ότι «διεμαρτυρήθησαν τα Μ.Μ.Ε.». Το Νοέμβριο του 2006, με αίτηση προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κάρολο Παπούλια αιτήθηκε απονομή Χάριτος του υπολοίπου της ποινής των Ισοβίων, που επεβλήθη σε αυτόν και τους λεγόμενους Πρωταίτιους από το Ειδικό Δικαστήριο του 1975. Έξι μήνες αργότερα, στις 29 Μαΐου 2007, ύστερα από τις συσκέψεις και τις εισηγήσεις της Εισαγγελίας Εφετών και του Συμβουλίου Χαρίτων, το οποίο είχε πρόεδρο τον καθηγητή Γιάννη Πανούση, μετέπειτα Υπουργό σε κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα, ο Κάρολος Παπούλιας απέρριψε την αίτηση του .
Εργογραφία
Έχει συγγράψει και δημοσιεύσει έντεκα βιβλία, τα περισσότερα όταν ήταν στη φυλακή, καθώς η συγγραφή και η ανάγνωση ιστορικών βιβλίων, αποτελούσε ιδιαίτερη ευχαρίστηση γι' αυτόν. Εκδόθηκαν και κυκλοφορούν τα εξής βιβλία του:
- «21η Απριλίου 1967. ΔΙΑΤΙ; ΠΟΙΟΙ; ΠΩΣ;»,
- «Οδυσσεύς Μιλτ. Αγγελής Ο στρατηγός των στρατηγών»,
- «21 Απριλίου 1967-8 Οκτωβρίου 1973. Ημέραι και Έργα»,
- «Οδοιπορικόν ενός στρατιώτου 90 ετών»,
- «Δυστυχώς ενικήσαμεν. Αυτά διά την Ιστορίαν Α΄ Μέρος»,
- «Δυστυχώς ενικήσαμεν. Όσα αληθή όσα δίκαια!... Β΄ Μέρος»,
- «Κάιν διατί; Κομμουνιστοσυμμοριτοπόλεμος 1941-1949»,
- «Διαξιφισμοί. Διά την Τιμήν & την Αλήθειαν»,
- «Εις τας επάλξεις! Με τον Σταυρόν, την αρετήν και το σπαθί»,
- «Γενναίοι ως Έλληνες. Το υπέρλαμπρον έπος του 1940»,
- «Το τελευταίο σάλπισμα».
Έχει κυκλοφορήσει και το έργο
- «Απόρρητο ημερολόγιο του Στυλιανού Παττακού».
Το βιβλίο κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις των εφημερίδων «Ελεύθερη Ώρα» και «Νέοι Άνθρωποι» στην Αθήνα το 1991 με συγγραφέα/επιμελητή τον Γρηγόρη Μιχαλόπουλο κι έως το 2014, έχει πραγματοποιήσει τέσσερις εκδόσεις. Ο Παττακός ισχυρίζεται ότι το βιβλίο αυτό κυκλοφόρησε χωρίς την έγκρισή του και δεν το συμπεριλαμβάνει στη συγγραφική παραγωγή του.